Ο καρκίνος του παχέος εντέρου (ΚΠΕ) είναι η τρίτη σε συχνότητα αιτία θανάτου παγκοσμίως που προσβάλλει με την ίδια αναλογία άνδρες και γυναίκες όλων των φυλών, ωστόσο είναι πιο συχνός στους Αφρο-Αμερικανούς. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο παρουσιάζονται ένα εκατομμύριο νέες περιπτώσεις ΚΠΕ και από αυτούς οι μισοί περίπου καταλήγουν σε θάνατο, ενώ ο συνολικός κίνδυνος ανάπτυξης ΚΠΕ σε όλη τη διάρκεια της ζωής είναι περίπου 6%. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει σημαντική πρόοδος σε ότι αφορά τη θεραπεία, η 5ετης επιβίωση στις ΗΠΑ κυμαίνεται γύρω στο 65%. Έτσι καθίσταται αναγκαία η καθιέρωση προγραμμάτων προληπτικού ελέγχου στο γενικό πληθυσμό για την έγκαιρη ανίχνευση και αντιμετώπιση προκαρκινικών αλλοιώσεων με σκοπό να μειωθεί η θνητότητα από τη νόσο αυτή.
Παράγοντες κινδύνου για ΚΠΕ
Διάφοροι παράγοντες έχουν κατά καιρούς συσχετιστεί με τον ΚΠΕ, όπως η ηλικία, το φύλο, η φυλή και το θετικό οικογενειακό ιστορικό τα οποία δεν μπορούν να τροποποιηθούν, αλλά γενικότερα ο κίνδυνος ανάπτυξης ΚΠΕ αυξάνει σημαντικά στην 6η δεκαετία της ζωής για το γενικό πληθυσμό. Υπάρχουν όμως και παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη ΚΠΕ που έχουν να κάνουν με τον τρόπο ζωής μας όπως το κάπνισμα, η καθιστική ζωή και η δίαιτα πλούσια σε λιπαρά και χαμηλή σε φυτικές ίνες. Τέλος, το ιστορικό παρουσίας πολυπόδων, το θετικό οικογενειακό ιστορικό ΚΠΕ ή η παρουσία ιδιοπαθούς φλεγμονώδους νόσου του εντέρου (ελκώδης κολίτιδα, νόσος του Crohn) αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης ΚΠΕ σε σχέση με το γενικό πληθυσμό (άτομα υψηλού κινδύνου).
Συμπτωματολογία
Το πρώτο σύμπτωμα που πρέπει να μας οδηγήσει στον γιατρό είναι η παρουσία αίματος στις κενώσεις. Φυσικά να γίνει σαφές ότι το αίμα δε σημαίνει αναγκαστικά κακοήθεια γιατί μπορεί να συνδέεται και με άλλες καλοήθεις καταστάσεις όπως η αιμορροϊδοπάθεια, η ραγάδα ή η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου. Γενικά όμως, κάθε αλλαγή στις συνήθειες του εντέρου που δεν έχει σχέση με μεταβολή στη διατροφή μας πρέπει να μας οδηγήσει στο γιατρό. Άλλα συμπτώματα που οπωσδήποτε χρήζουν αξιολόγησης είναι η σημαντικού βαθμού απώλεια βάρους, η ανορεξία, η εύκολη κόπωση και η πρόσφατη έναρξη αναιμίας. Το σημαντικότερο, όμως, μήνυμα είναι ότι ο έλεγχος πρέπει να ξεκινάει στον ασυμπτωματικό πληθυσμό, δηλαδή πολύ προτού εμφανιστούν οποιαδήποτε συμπτώματα.
Δυνατότητες πρόληψης για τον ΚΠΕ
Πρώτα από όλα, η πρόληψη ανάπτυξης ΚΠΕ μπορεί να γίνει με τη βελτίωση του τρόπου ζωής και την αποφυγή συνηθειών που έχουν ενοχοποιηθεί κατά καιρούς (κάπνισμα, καθιστική ζωή, δίαιτα πλούσια σε λιπαρά και χαμηλή σε φυτικές ίνες). Σήμερα, όμως, με τις γνώσεις που διαθέτουμε μπορούμε να παρέμβουμε και πιο ενεργά. Έτσι, έχει αποδειχτεί ότι ο ΚΠΕ (στο 95% των περιπτώσεων) αποτελεί το τελικό σκαλοπάτι μιας πολυ-σταδιακής διαδικασίας που ξεκινά από έναν
καλοήθη πολύποδα και εξελίσσεται σε καρκίνο περίπου μετά από 10-15 έτη. Έτσι ο ΚΠΕ είναι ένας προβλέψιμος καρκίνος αφού η έγκαιρη ανίχνευση και αφαίρεση πολυπόδων από το παχύ έντερο μειώνει σοβαρά τον κίνδυνο ανάπτυξής του. Σήμερα διαθέτουμε 4 διαφορετικές μεθόδους ελέγχου για την έγκαιρη διάγνωση πολυπόδων ή ΚΠΕ: 1) το τεστ ανίχνευσης αίματος στα κόπρανα (FOBT), 2) την εύκαμπτη σιγμοειδοσκόπηση, 3) την κολο(νο)σκόπηση και 4) την εικονική κολο(νο)σκόπηση (virtual colonoscopy), όμως μεταξύ αυτών φαίνεται ότι η κολο(νο)σκόπηση υπερτερεί έναντι των άλλων. Το μειονέκτημα της πρώτης μεθόδου είναι ότι δεν παρατηρείται απώλεια αίματος από όλους τους πολύποδες και της δεύτερης ότι ελέγχουμε το σιγμοειδές, δηλαδή το τελευταίο μόνο τμήμα του παχέος εντέρου. Τέλος, η εικονική κολο(νο)σκόπηση είναι ουσιαστικά η απεικόνιση του παχέος εντέρου σε όλο το μήκος του με αξονική τομογραφία και έτσι γίνεται η επισκόπηση του εντέρου, όμως δεν υπάρχει δυνατότητα λήψης βιοψιών ή/και αφαίρεσης πολυπόδων. Αντίθετα, με την κολο(νο)σκόπηση γίνεται ο πλήρης έλεγχος του παχέος εντέρου ενώ παράλληλα με τη χρήση νεότερων εύκαμπτων ενδοσκοπίων και κατασταλτικών/ αναλγητικών φαρμάκων γίνεται από όλους σχεδόν ανεκτή η εξέταση, καθώς απαιτείται προετοιμασία μόλις 12 ωρών. Τέλος, κατά τη διάρκεια της εξέτασης δίνεται η δυνατότητα αφαίρεσης πολυπόδων και λήψης βιοψιών, ενώ παλαιότερα απαιτούνταν πολύωρες χειρουργικές επεμβάσεις.
Ο έλεγχος για το γενικό πληθυσμό πρέπει να ξεκινά από την ηλικία των 50 ετών, ενώ στα άτομα υψηλού κινδύνου νωρίτερα και συγκεκριμένα στην ηλικία των 40 ετών ή 10 έτη νωρίτερα από τη στιγμή που διεγνώσθη ο καρκίνος σε μέλος της ίδιας οικογένειας.
Σήμερα, η χρήση φαρμακευτικών μέσων για την πρόληψη του ΚΠΕ γίνεται ολοένα και πιο ελκυστική σαν ιδέα. Έτσι τα σκευάσματα ασβεστίου φαίνεται ότι οδηγούν σε μείωση του σχηματισμού προκαρκινικών αλλοιώσεων, αδενωμάτων και πολυπόδων. Επίσης έχουν προταθεί διάφορες ουσίες που έχουν τη δυνατότητα μείωσης της συχνότητας τόσο του ΚΠΕ όσο και των πολυπόδων (αδενωμάτων) όπως η ασπιρίνη, τα παυσίπονα (αντιφλεγμονώδη) καθώς και νεώτερες ουσίες όπως οι COX-II αναστολείς. Τέλος, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι οι στατίνες, που χρησιμοποιούνται ευρέως στην πρόληψη της στεφανιαίας νόσου, βοηθούν στην πρόληψη του ΚΠΕ.
Τέλος, νέες μέθοδοι για την έγκαιρη διάγνωση του ΚΠΕ έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια όπως η ανεύρεση γενετικών μεταλλάξεων στα κόπρανα ή στο περιφερικό αίμα.
Η καλύτερη κατανόηση της καρκινογένεσης και της φυσικής ιστορίας του ΚΠΕ θα μας οδηγήσει σε μείωση της θνητότητας από τη νόσο αυτή. Αφού τα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά του ΚΠΕ δεν μπορούν να υποστούν ουδεμία τροποποίηση πρέπει να επέμβουμε μόνο σε επίπεδο πρόληψης και έγκαιρης διάγνωσης, αρχικά με συνεχή ενημέρωση και μετά με προγράμματα ελέγχου με κολο(νο)σκόπηση σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ξέρουμε ότι η επιβίωση στον ΚΠΕ έχει σχέση με το στάδιο της νόσου τη στιγμή της διάγνωσης και έτσι η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να μας οδηγήσει ακόμα και σε ίαση.